εἰσοδίων

εἰσοδίων
εἰσόδιος
going
masc/fem/neut gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Εισοδίων Θεοτόκου, μονή — Ονομασία μοναστηριών. 1. Μολίστας. Ανδρικό μοναστήρι του νομού Ιωαννίνων. Ιδρύθηκε τον 12o αι. ή πριν από το 1672, αλλά το σημερινό μοναστήρι χτίστηκε το 1819, όπως αναφέρεται σε επιγραφή του καθολικού. Μεταξύ των κειμηλίων του περιλαμβάνονται… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Εκκλησιαστικό Ρεθύμνου — Το εκκλησιαστικό μουσείο του Ρεθύμνου εγκαινιάστηκε το 1994 στα γραφεία του μητροπολιτικού Ναού της πόλης Τα εισόδια της Θεοτόκου (Τομπάζη 69). Η συλλογή του αποτελείται από εξήντα τέσσερα αντικείμενα του 19ου και 20ού αι., τα περισσότερα εκ των… …   Dictionary of Greek

  • Ernst Ziller — Théâtre National, Athènes Ernst (Ernestos) Moritz Theodor Ziller (22 juin 1837, Oberlößnitz/Radebeul 1923, Athènes) est un architecte d origine saxonne puis naturalisé grec. On lui doit de très nombreux bâtime …   Wikipédia en Français

  • Mariä-Tempelgang-Kirche — Kerzen vor dem Bild der Darstellung Mariens im Tempel, Venedig, Santa Maria della Salute, 21. November 2008 Mariä Tempelgang Kirche, Mariä Opferung Kirche oder Mariä Einführung in den Tempel Kirche sind die Kirchen, die dem Fest Praesentatio… …   Deutsch Wikipedia

  • Πολυσπορίτισσα — η, Ν προσωνυμία τής Παναγίας κατά την εορτή τών Εισοδίων. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυσπόρια + κατάλ. (ιτ)ισσα (< ίτης + ισσα)] …   Dictionary of Greek

  • θεόκλητος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Θ. ο μάρτυς. Λέγεται ότι ήταν εκείνος που έδωσε στην αγία Φωτεινή τη Σαμαρείτιδα δηλητήριο από το οποίο πέθανε. Μεταμελήθηκε όμως για την πράξη του και ασπάστηκε τον χριστιανισμό. Για τη μεταστροφή… …   Dictionary of Greek

  • πολυσπόρια — τα, Ν 1. σπόροι σιτηρών και οσπρίων μαζί 2. (λαογρ.) μίγμα από δημητριακά και όσπρια, βρασμένα από κοινού, που τρώγονται ως εθιμικό φαγητό την ημέρα τής εορτής τών Εισοδίων τής Θεοτόκου στις 21 Νοεμβρίου, η οποία, για τον λόγο αυτό, λέγεται και… …   Dictionary of Greek

  • όσσα — I Παράκτιο όρος της ανατολικής Θεσσαλίας, συνέχεια στα Ν του Όλυμπου, από τον οποίο το χωρίζει η διαβρωσιγενής κοιλάδα των Τεμπών, που τη διαρρέει ο Πηνειός. Είναι επίσης γνωστό ως Κίσσαβος. Μια εγκάρσια κοιλάδα χωρίζει την Ό. σε δύο μέρη: στο… …   Dictionary of Greek

  • Αιτωλίας και Ακαρνανίας, Ιερά Μητρόπολη — Εδρεύει στο Μεσολόγγι. Στη δικαιοδοσία της υπάγονται 212 ενοριακοί ναοί, στους οποίους υπηρετούν 194 ιερείς. Για την πλέον άρτια περιφερειακή οργάνωση έχουν οριστεί αρχιερατικοί επίτροποι στις περιοχές Μεσολογγίου, Αγρινίου, Αμφιλοχίας, Αστακού,… …   Dictionary of Greek

  • Αττικής, Ιερά Μητρόπολη — Έχει έδρα την Κηφισιά και στη δικαιοδοσία της υπάγονται οι περιοχές Κηφισιάς, Εκάλης, Αμαρουσίου, Μεταμόρφωσης, Αχαρνών (Μενιδίου), Άνω Λιοσίων, Ιλίου, Πετρούπολης, Καματερού, Νέας Μάκρης Μαραθώνα, Καπανδριτίου Ωρωπού, στις οποίες υφίστανται… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”